[Αναδημοσίευση] ΣΤΙΣ ΒΡΥΣΣΕΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ, ΣΤΗ ΖΟΥΛΑ ΜΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΞΕΦΤΙΛΑ ΤΟΥ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΤΑΕΤΖΗΣ

Αναδημοσίευση από το facebook του Αναστάση Μανιουδάκη

Τη Δευτέρα 22/09 τέσσερα συντρόφια δικάζονταν, μετά από μήνυση ενός από τους δολοφόνους του πατέρα μου. Αυτός ο τύπος λοιπόν, επειδή τα παιδιά του ζήτησαν τον λόγο οταν κατάλαβαν οτι κατέβαζε αφίσες και έσβηνε με σπρέι, ήταν πανέτοιμος: Πήρε έναν φίλο του και του είπε ότι «τους βρήκε» και σε λιγότερο από ένα λεπτό κατέφθασε περιπολικό και συνέλαβε τα συντρόφια. Ας θυμηθούμε περιπτώσεις όπου όχι απλά άργησε το περιπολικό (ποτέ δεν περιμέναμε από την εγκληματική οργάνωση της ΕΛ.ΑΣ. να μας σώσει) αλλά οφείλουμε να αναφέρουμε την περίπτωση όπου η γραμμή της αστυνομίας είναι ότι δεν λειτουργεί ως «ταξί». Τι κι αν σε κυνηγάει κάποιος με μαχαίρι ή τέλος πάντων αισθάνεσαι ότι απειλείται η ζωή σου, ποσώς τους ενδιαφέρει. Όπως και όταν δολοφόνησε δεν τους ενδιέφερε. Στην περίπτωση όμως του κατηγορούμενου για «ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση από κοινού» συναδέλφού τους, ήταν εκεί αστραπή.

Καλά θα μαντέψατε ήδη ορισμένοι και ορισμένες. Δεν φάνηκε ο μηνυτής που δήθεν αισθάνθηκε απειλή και εξύβριση. Δήλωσε ασθένεια. Πρώτη φορά ξανασυμβαίνει μπάτσοι, μπασκινιες, μπατσάκια, γκρίζες ζώνες, δολοφόνοι με στολή και άλλοι ωραίοι χαρακτηρισμοί που ο λαός σε όλο τον κόσμο τους έχει χαρακτηρίσει, να μην εμφανίζονται σε μηνύσεις και καταγγελίες που οι ίδιοι έχουν κάνει.

Εμείς όμως όσες αναβολές, όσες μηνύσεις, όσο και αν νομίζετε ότι μας τραβάτε, εμείς θα είμαστε πάντα ενωμένοι έξω από τα δικαστήρια (η ζωή μας όλη) με τα φιλαράκια και τα συντρόφια μας, και όσες ώρες και αν περνάνε θα είμαστε καλά, ενωμένοι και αλύγιστοι. Ένα μασίφ κράμα υλικών πιο δυνατό από αυτό που φαντάζεστε. Ήταν μια μικρή αρχή για αυτό που θα αντιμετωπίσετε δολοφόνοι του πατέρα μου, γιατί το πρωί μέχρι και αργά το μεσημέρι της Δευτέρας ήμασταν μόνο εμείς στην αίθουσα. Όσο για τα συντρόφια που δικάζονται, η οικογένεια σύσσωμη θα στηρίζει από την αρχή μέχρι το τέλος όποιον και όποια τιμά τη μνήμη του δολοφονημενου από μπάτσους πατέρα μου ΚΩΣΤΗ ΜΑΝΙΟΥΔΑΚΗ. Έχουμε πολύ μέλλον. Δικαστική εξουσία, κυβέρνηση, μπάτσοι δεν έχετε κανέναν λόγο να κοιμάστε ήσυχοι.

*η δική για τα συντρόφια πήρε αναβολη για 28/01

[Αθήνα] Είμαστε όλα όσα εχθρεύεται το κράτος (Ανακοίνωση στήριξης της πορείας για τις κρατικές δολοφονίες Καμράν και Ζάκι)

Στις 21 Σεπτεμβρίου 2024 ο Μοχάμεντ Καμράν δηλώνεται νεκρός στο διαβόητο κολαστήριο του Α.Τ Αγίου Παντελεήμονα, όντας για μια ολόκληρη εβδομάδα αγνοούμενος. Σε αυτή την εβδομάδα που η οικογένεια του προσπαθεί να τον εντοπίσει, ο Μοχάμεντ μεταφέρεται σε 5 διαφορετικά AT, δεν του επιτρέπεται η επικοινωνία με κανέναν, βασανίζεται και ξυλοκοπείται μέχρι θανάτου.

Η δολοφονία του Καμράν δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό ρατσιστικών κίνητρων. Ο Μοχάμεντ ήταν 38 χρονών μετανάστης εργάτης πακιστανικής καταγωγής και δούλευε σαν διανομέας. Αυτός, όπως και χιλιάδες άνθρωποι που έχουν εξωθηθεί στην μετανάστευση, βίωνε καθημερινά τον ρατσισμό του Ελληνικού κράτους και της κοινωνίας, από τα μεροκάματα που παραπέμπουν σε καθεστώς δουλείας μέχρι τους εκβιασμούς για την χορήγηση εγγράφων, από τις φυλακίσεις/ξυλοδαρμούς και τα push-backs ως τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις δολοφονίες στα χερσαία και θαλάσσια σύνορα. Μια βδομάδα μετά, η Ελληνική Αστυνομία δολοφονεί στο ΑΤ Ομόνοιας και τον 29χρονο Μία Χαριζούλ από το Μπαγκλαντές.

Η μεγαλύτερη εγκληματική οργάνωση στον ελλαδικό χώρο, υπό την αποσιώπηση των γεγονότων από τα ΜΜΕ αλλά και υπό την κάλυψη του κράτους, έχει την πλήρη άδεια να εκβιάζει, να βασανίζει, να βιάζει και να σκοτώνει.

Όταν το κράτος δεν δολοφονεί άμεσα, δηλαδή δια μέσου του ένοπλου στρατού της, δολοφονεί έμμεσα, δια μέσου όλων των τιμητών των «ιερών» και των «όσιων» της κοινωνίας τους. 

Στις 21 Σεπτεμβρίου 2018 στον πεζόδρομο της Γλάδστωνος δολοφονείται η Ζάκι. Λιντσαρίστηκε, χτυπήθηκε βίαια και δολοφονήθηκε από αφεντικά και μπάτσους και ύστερα ήρθε η σειρά των ΜΜΕ να κάνουν την δουλειά τους. Το κράτος απαξιώνει τα θύματα που δολοφονεί, παρουσιάζοντας τα, με εργαλείο τα ΜΜΕ, στην κοινωνία ως κακούργους/παράνομους/σεσημασμένους. Τα ΜΜΕ, ως ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους, επιτελούν τον ρόλο τους άψογα: δεν μεταδίδουν απλώς τα γεγονότα, τα οργανώνουν. Κατασκευάζουν τους «αθώους» και τους «ένοχους» νεκρούς. Αυτός είναι ο πραγματικός ρατσισμός του κράτους και των Μέσων: Η ιεράρχηση της ζωής και του θανάτου. Η πένθιμη επιλεκτικότητα της εξουσίας. Η πραγματικότητα όμως είναι μια. Δεν είναι «νοικοκύρηδες», είναι δολοφόνοι, ρατσιστές, φασίστες, σεξιστές, μισογύνηδες, άπληστοι, θολωμένοι από λεφτά και εξουσία και η δολοφονία της Ζάκι είναι η απόδειξη ότι ο μέσος μικροαστός, δεν θα διστάσει να λιντσάρει μέχρι θανάτου, κάποιον που θα τον αντιληφθεί ως απειλή απέναντι σε όλα αυτά τα «ιερά» και προπάντων απέναντι στην ιδιοκτησία του.  

Οι Σαμπάνης, Φραγκούλης, Μιχαλόπουλος, Ζάκι, Μάγγος, Mανιουδάκης, Καμράν, Χαριζούλ είναι οι πιο πρόσφατες υποθέσεις που προστέθηκαν στην λίστα των δολοφονιών από μπάτσους ενώ δεν μπορούμε να υπολογίσουμε και τις υποθέσεις αυτές που δεν δημοσιοποιήθηκαν ποτέ ή επικράτησε το αφήγημα των μπάτσων για «παθολογικά αίτια», «αυτοκτονίες» «ατυχήματα κατά την προσπάθεια αποδράσεων»…

Όπως και στην περίπτωση της δολοφονίας του Κώστα Μανιουδάκη από τους μπάτσους των ΤΑΕ Σούδας Λιανιδάκη, Τσιχλάκη, Μόσχου, Γεωργιάδη, έτσι και σε αυτές τις δολοφονίες, ποντάρουν στην λήθη.

Εμείς απ’ την άλλη παλεύουμε για την μνήμη την οποία την αντιλαμβανόμαστε ως πράξη αντίστασης. Χρειάζεται να αρθρώσουμε λόγο, να πάρουμε θέση, να υπερασπιστούμε την ζωή, να παλέψουμε για την αξιοπρέπεια και την ελευθερία.

Μέχρι να δικαιωθεί και ο τελευταίος νεκρός.

Δεν είναι ατυχήματα. Δεν είναι λάθη. Είναι κρατικές δολοφονίες.

Και θα μας βρίσκουν μπροστά τους κάθε φορά.

ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΕ ΟΛΑ ΟΣΑ ΕΧΘΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ

ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΑΣ 

ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΑ ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ:

ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 21/09 ΣΤΙΣ 17:00 ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΑΓ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΟΧΑΜΕΝΤ ΚΑΜΡΑΝ

ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΜΕΡΑ ΣΤΙΣ 19:00 ΣΤΗΝ ΓΛΑΔΣΤΩΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΖΑΚΙ

ανοιχτή συνέλευση για την κρατική δολοφονία του Κώστα Μανιουδάκη | Αθήνα

Καμία δίωξη στα μέλη της συνέλευσης

Την 1η Σεπτεμβρίου 2023, στις Βρύσες Αποκορώνου, οι μπάτσοι των ΤΑΕ Σούδας Μανώλης Γεωργιάδης, Στέλιος Λιανιδάκης, Κωνσταντίνα Μόσχου και Σήφης Τσιχλάκης σταματούν τον Κώστα Μανιουδάκη σε «τυχαίο» αστυνομικό έλεγχο και τον ξυλοκοπούν μέχρι θανάτου.

Η αστυνομία επιχειρεί να συγκαλύψει και αυτή τη δολοφονία, ακολουθώντας μία σειρά από πάγιες κινήσεις και εφαρμόζοντας συγκεκριμένες τακτικές, όμοιες με αυτές που έχουμε δει σε πολλές περιπτώσεις κρατικών δολοφονιών των τελευταίων ετών.

Πριν ακόμα ενημερωθεί η οικογένεια, η αστυνομία διαρρέει στον ηλεκτρονικό τύπο μια σειρά από εσκεμμένες ανακρίβειες και ψευδή στοιχεία. Συγκεκριμένα, τα δημοσιεύματα κάνουν λόγο για τυπικό έλεγχο της τροχαίας, ενώ ήταν έλεγχος των ΤΑΕ Σούδας˙ για έλεγχο που έγινε στον ΒΟΑΚ, ενώ πραγματοποιήθηκε στον επαρχιακό δρόμο Φρε-Βρυσών˙ για καρδιακή ανακοπή του 58χρονου και για «υπεράνθρωπες» προσπάθειες των αστυνομικών να τον επαναφέρουν, προφανώς χωρίς καμία αναφορά σε ξυλοδαρμό, σύλληψη και μεταφορά του στο περιπολικό χειροπεδημένο πισθάγκωνα. Ο επίσημος ισχυρισμός της ΕΛ.ΑΣ., όπως καταγράφηκε πρώτα στο βιβλίο αδικημάτων και συμβάντων του Α.Τ. Αποκορώνου, αναφέρεται σε «αιφνίδιο θάνατο ιδιώτη» που «κατά το χρόνο περαιτέρω νομότυπου αστυνομικού ελέγχου οχήματος αισθάνθηκε ξαφνική αδιαθεσία και έχασε τις αισθήσεις του». Μερίδιο ευθύνης στη συγκάλυψη της εν λόγω δολοφονίας φέρουν, επίσης, και τα συστημικά ΜΜΕ, τα οποία υιοθετούν και αναπαράγουν άκριτα το αφήγημα των μπάτσων.

Οι εμπλεκόμενοι μπάτσοι μαζί με τον διοικητή των ΤΑΕ παρουσιάζουν το παραπάνω αφήγημα και στην οικογένεια, όταν συναντήθηκαν στο Κ.Υ. Βάμου, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του Κωστή. Αυτό έρχεται να «κουμπώσει» με το πιστοποιητικό θανάτου που καταθέτει ο δημόσιος ιατροδικαστής, Σταμάτης Μπελιβάνης, στις 4 Σεπτεμβρίου 2023, στο οποίο καταγράφει ως αιτία θανάτου «παθολογικά αίτια, απουσία κακώσεων». Όμως, τα πολυάριθμα τραύματα στο κεφάλι και το σώμα του Κωστή που αντίκρισαν τόσο οι συγγενείς και το ιατρικό προσωπικό όσο και τα άτομα που βρέθηκαν στην κηδεία του, οι πληροφορίες από αυτόπτες μάρτυρες και η εικόνα του σημείου του συμβάντος με τις λίμνες αίματος και τα σπασμένα γυαλιά του Κωστή, ανατρέπουν την εκδοχή της αστυνομίας. Αυτά τα δεδομένα οδηγούν την οικογένεια να καταθέσει μήνυση κατά παντός υπευθύνου, προκειμένου να αναδείξει τι αλήθεια συνέβη στον Κωστή.

Καθώς σχηματίζεται η δικογραφία, έρχεται στο φως μια σειρά από «συμπτώσεις»:
• Ενώ η οικογένεια έσπευσε να ζητήσει το βιντεοληπτικό υλικό από την κάμερα ασφαλείας του συνεργείου αυτοκινήτων Μεγαλακάκης (το πιο κοντινό μαγαζί στο σημείο του συμβάντος), ο υπεύθυνος δήλωσε ότι θα το παραδώσει ακολουθώντας την τυπική διαδικασία, δηλαδή κατόπιν εισαγγελικής εντολής. Όταν αυτή ήρθε μία εβδομάδα μετά, το βίντεο «περιέργως» είχε σβηστεί.
• Δεν έγινε ποτέ αυτοψία στο σημείο, ούτε καν έλεγχος στο αυτοκίνητο του Κωστή, παρ’ όλο που υπήρχαν μαρτυρίες πως οι ίδιοι μπάτσοι, το ίδιο βράδυ, καθάρισαν το σημείο από τα αίματα.
• Ταυτόχρονα, η αστυνομία καλλιεργεί ένα κλίμα τρομοκρατίας στους μάρτυρες, οι οποίοι αρχικά επιβεβαίωσαν στην οικογένεια τον ξυλοδαρμό του Κωστή, ενώ πολλοί από αυτούς, λίγες μέρες μετά, δεν δέχτηκαν να καταθέσουν επίσημα γιατί «φοβούνται και δεν θέλουν να μπλέξουν».

Ο θάνατος του Κωστή επανέρχεται στη δημόσια σφαίρα στις 14 Σεπτεμβρίου, όταν ο γιος του, Αναστάσης, διαψεύδει δημόσια την εκδοχή της αστυνομίας και καταγγέλλει τους μπάτσους, που διενήργησαν τον έλεγχο, ως δολοφόνους του πατέρα του. Η δημοσιοποίηση της καταγγελίας αποτέλεσε το σημείο εκκίνησης του πολιτικού αγώνα –παράλληλα με τον νομικό– μέσα από τις
ανοιχτές συνελεύσεις για την κρατική δολοφονία του Κώστα Μανιουδάκη τόσο στα Χανιά όσο και την Αθήνα. Μέσα σε λίγες μέρες, η υπόθεση του Κωστή γίνεται γνωστή πανελλαδικά από τις συλλογικές δράσεις αλληλέγγυων ατόμων.

*

Η ανοιχτή συνέλευση για την κρατική δολοφονία του Κώστα Μανιουδάκη στα Χανιά καλέστηκε δημόσια, αμέσως μετά την καταγγελία του Αναστάση, και έκτοτε φιλοξενείται στον κατειλημμένο λόφο Καστέλι.

Από την πρώτη στιγμή μέχρι και σήμερα αποτελεί μια ανοιχτή, αντιιεραρχική διαδικασία που πλαισιώνεται από ευρύ φάσμα ανθρώπων: Από ανθρώπους που διαβάσαμε τα λόγια του Αναστάση στην αρχή του Σεπτέμβρη του ‘23, αφουγκραστήκαμε τον πόνο από το άδικο της απώλειας, μοιραστήκαμε το πένθος και το κάναμε κομμάτι μας και δική μας υπόθεση. Από φίλες και φίλους, από συντρόφισσες και συντρόφους του Αναστάση. Από άτομα που γνωριζόμασταν μέσα από τη συμμετοχή μας στους κοινωνικούς αγώνες, πολύ πριν την κρατική δολοφονία του Κωστή. Πλαισιώνεται από ανθρώπους με σταθερή συμμετοχή, και από ανθρώπους που ήρθαν μόνο σε μερικές διαδικασίες για να ενημερωθούν, να απευθύνουν έναν χαιρετισμό και να δηλώσουν τη στήριξή τους. Παραμένει ανοιχτή και προσβάσιμη σε όποιο άτομο ενδιαφέρεται να την παρακολουθήσει και να συνδιαμορφώσει τις επόμενες κινήσεις της. Αποτελεί μια ζωντανή πολιτική διεργασία, που συνεχίζει να αναδεικνύει με κινηματικούς όρους την υπόθεση, από κοινού με μέλη της οικογένειας, και παράλληλα με τον νομικό αγώνα που έχουν ξεκινήσει.

Η δράση της συνέλευσης είναι δημόσια και πολυεπίπεδη, με παρεμβάσεις στα ραδιόφωνα και τον δημόσιο χώρο της πόλης, με ενημερώσεις σε εκδηλώσεις και πολιτιστικά δρώμενα, με μικροφωνικές, συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, με πολιτικές εκδηλώσεις, διατηρώντας ως βασικά πεδία εστίασης τα εξής:
• αφενός την άσκηση πίεσης στις αρμόδιες κρατικές αρχές, και αφετέρου τη λεπτομερή ανάδειξη του ιστορικού και των χαρακτηριστικών της υπόθεσης, καθώς και του ρόλου των εμπλεκόμενων πλευρών, με στόχο να μην συγκαλυφθεί η κρατική δολοφονία,
• την καταγραφή της υπόθεσης στη δημόσια σφαίρα, και την εδραίωση της κινηματικής αφήγησης στη συλλογική μνήμη της πόλης, ώστε να μην ξεχαστεί η κρατική δολοφονία και να αποδοθούν ευθύνες στα πρόσωπα που –σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό– ενεπλάκησαν σε αυτήν και τον μηχανισμό για τη συγκάλυψή της,
• την οικονομική ενίσχυση του αγώνα, τόσο σε νομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο,
• την υποστήριξη του νομικού αγώνα, και την παράλληλη επεξεργασία του δικού μας ορισμού για τη δικαιοσύνη, και την εξερεύνηση μονοπατιών προς τη δικαίωση, στο πλαίσιο του πολιτικού αγώνα, και πέρα από την αστική δικαιοσύνη,
• τη σύνδεση του αγώνα μας με αντίστοιχα πολιτικά εγχειρήματα που έχουν συγκροτηθεί πάνω σε υποθέσεις αστυνομικής βίας (όπως η υπόθεση Βασίλειου Μάγγου στον Βόλο), καθώς και τη σύνδεση της υπόθεσης της κρατικής δολοφονίας του Κώστα Μανιουδάκη με ευρύτερα αγωνιστικά επίδικα της εποχής (όπως αυτά που αναδεικνύονται στο κρατικό-καπιταλιστικό έγκλημα στα Τέμπη).

Ο πρώτος κύκλος αγώνα της συνέλευσης «έκλεισε» με την έκδοση του ιατροδικαστικού πορίσματος, σύμφωνα με το οποίο τα τραύματα του Κωστή επήλθαν από τη «χρήση “θλώντος οργάνου”», και «δεν δύνανται να δικαιολογηθούν από πτώση εξ ιδίου ύψους». Μετά από αυτήν την εξέλιξη, ήταν επόμενο να κληθούμε να δώσουμε τις δικές μας απαντήσεις για τη δικαιοσύνη.

Για το τι σημαίνει «θετική έκβαση της δικαστικής υπόθεσης», σε ποιο βαθμό μας ικανοποιεί κάτι τέτοιο, και πώς αλλιώς φανταζόμαστε τη δικαίωση και τη δικαιοσύνη.

Η δημοσιοποίηση των ονομάτων των φυσικών αυτουργών, των τεσσάρων μπάτσων-δολοφόνων, μέσα από μια πανελλαδική αφισοκόλληση στις 05 Ιουλίου 2024, αποτέλεσε την κορύφωση αυτής της διαδικασίας που επιχείρησε να ψηλαφίσει στην πράξη το ζήτημα της δικαιοσύνης.

Αν και είναι μια κίνηση που προσανατολίζεται σε τέσσερα πρόσωπα, κατά βάθος στοχεύει τον απρόσωπο κατασταλτικό μηχανισμό: Αποτελεί ένα κοινωνικό-πολιτικό ανάχωμα απέναντι σε ένα συγκεκριμένο μοτίβο προστασίας, κάλυψης και εν τέλει ατιμωρησίας, που δίνεται από το ελληνικό κράτος στους εντεταλμένους φονιάδες του (που στην προκειμένη περίπτωση παραμένουν στις θέσεις τους). Υπενθυμίζει πως όλοι όσοι στελεχώνουν αιματοβαμμένους μηχανισμούς είναι υπόλογοι, και δεν θα επιτρέψουμε να χαθούν στην ανωνυμία τους. Είναι μια κίνηση απόδοσης δικαιοσύνης από τα κάτω, με δεδομένη τη δομική ανισοτιμία μεταξύ των εκτεθειμένων στην κρατική βία από τη μία, και των ένστολων κρατικών υπαλλήλων από την άλλη.

Σε κοινωνικό επίπεδο, αυτό που πετύχαμε με την αφισοκόλληση των ονομάτων δεν είναι μόνο η πληροφόρηση για το ποιοι δολοφόνησαν τον Κώστα Μανιουδάκη. Με μια αφίσα –ένα οικείο και καθημερινό μέσο– και μια φράση –με το δίκιο του σκοπού της– δείξαμε στην κοινωνία ότι μια οριζόντια και αδιαμεσολάβητη πρωτοβουλία αγώνα, μπορεί να εκθέσει την κρατική καταστολή, υπογραμμίζοντας πως δεν είναι απρόσωπη, απρόσιτη και επομένως απρόσβλητη. Σε μια συνθήκη που η αστυνομική βία έχει κανονικοποιηθεί σε όλη την ελλαδική γεωγραφία, ανοίξαμε ένα αχαρτογράφητο πέρασμα με νέες προοπτικές όσον αφορά την απόδοση δικαιοσύνης από τα κάτω.

Μέσα από μία αδιαμεσολάβητη κίνηση, που απολαμβάνει πλατιά κοινωνική νομιμοποίηση, αμφισβητήσαμε στην πράξη μια καταστατική «φιλοδοξία» του κράτους: Τη διατήρηση της αποκλειστικότητας στη ρύθμιση και διαμεσολάβηση του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων. Προσπερνώντας τους μηχανισμούς που είναι αρμόδιοι για την απόδοση δικαιοσύνης, η δράση της συνέλευσης δεν άφησε κανένα περιθώριο στη δικαστική εξουσία παρά να «καλύψει» το χαμένο έδαφος: Να ασκήσει σε ποινικό επίπεδο μια δίωξη, με κατηγορίες οι οποίες είχαν ήδη αποδοθεί κοινωνικά.
Η δίωξη αυτή αποτελεί την πρώτη περίπτωση που μπάτσοι κατηγορούνται για ανθρωποκτονία χωρίς να έχει προηγηθεί χρήση όπλου. Στην ουσία, αυτό που οδηγείται στο εδώλιο, κοινωνικά και νομικά, είναι μία συγκεκριμένη αστυνομική πρακτική, απολύτως κανονικοποιημένη: Ο ξυλοδαρμός σε καθεστώς ελέγχου/κράτησης από την αστυνομία, στα «μπλόκα της τροχαίας», στα αστυνομικά τμήματα, σε κεντρικούς πεζόδρομους στο κέντρο της Αθήνας μέρα μεσημέρι.

Παρά τη δίωξη των 4 μπάτσων-δολοφόνων –εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο– η κύρια ανάκριση δεν έχει προχωρήσει. Την ίδια στιγμή όμως, 4 μέλη της συνέλευσής μας διώκονται γιατί, τις πρώτες ώρες της 06ης Ιουλίου 2024 και ενώ είχε προηγηθεί πανελλαδική αφισοκόλληση της αφίσας με τα ονόματα των μπάτσων, ζήτησαν τον λόγο από άτομο που έσκιζε τις αφίσες. Εκ των υστέρων προέκυψε πως το άτομο αυτό ήταν ο Μανώλης Γεωργιάδης, ένας εκ των 4 μπάτσων δολοφόνων του Κωστή Μανιουδάκη.

Τα συντρόφια μας καλούνται σε δίκη στις 22 Σεπτεμβρίου μετά από μήνυση του Γεωργιάδη. Θυμίζουμε πως με παρόμοιο τρόπο έχουν δεχτεί μηνύσεις από τους μπάτσους δολοφόνους ακόμα 3 μέλη της συνέλευσης, όπως και ο γιος του Κωστή, Αναστάσης, με την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμησης.

Οι μηχανισμοί της δικαστικής εξουσίας κινούνται άμεσα και ταχύτατα όταν στο «εδώλιο» βρίσκονται άνθρωποι που δεν χαίρουν της προστασίας του κράτους ή επιχειρηματικών συμφερόντων, άνθρωποι που επιλέγουν να αγωνίζονται, άνθρωποι που κρίνονται –εν τέλει– ως αναλώσιμοι. Στον αντίποδα, για μη αναλώσιμα πρόσωπα, όπως οι αξιωματούχοι και οι υπάλληλοι του κρατικού μηχανισμού (υπουργοί, βουλευτές, δημοτικοί άρχοντες, αστυνομικοί, λιμενικοί κ.λπ.) και οι συνεργάτες τους (επιχειρηματίες, εφοπλιστές κ.ο.κ.) οι μηχανισμοί δικαιοσύνης κινούνται αργά, παρέχοντας διευκολύνσεις και περιθώρια ελιγμών ανάμεσα στα παραθυράκια του νόμου. Η υπόθεση των Τεμπών είναι η πλέον ενδεικτική, και αντίστοιχα μοτίβα συγκάλυψης εντοπίζουμε και στην υπόθεση της κρατικής δολοφονίας του Κώστα Μανιουδάκη.

Στηρίζουμε τα συντρόφια μας και καλούμε σε συγκέντρωση αλληλεγγύης στα δικαστήρια Χανίων την Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου στις 09:00.

ΚΑΜΙΑ ΔΙΩΞΗ ΣΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
ΑΜΕΣΗ ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΜΗΝΥΣΕΩΝ

ΝΑ ΠΡΟΧΩΡΗΣΕΙ ΑΜΕΣΑ Η ΚΥΡΙΑ ΑΝΑΚΡΙΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΑΤΙΚΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΜΑΝΙΟΥΔΑΚΗ

ΝΑ ΤΕΘΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΣΕ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ ΟΙ 4 ΜΠΑΤΣΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ
ΜΑΝΩΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ, ΣΤΕΛΙΟΣ ΛΙΑΝΙΔΑΚΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΜΟΣΧΟΥ & ΣΗΦΗΣ ΤΣΙΧΛΑΚΗΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

ανοιχτή συνέλευση για την κρατική δολοφονία του Κώστα Μανιουδάκη (Χανιά | Αθήνα)

Η αλληλεγγύη είναι το μόνο που έχουμε (στήριξη καλεσμάτων στα δικαστήρια για την υπόθεση Αμπελοκήπων)

Κατά την έκρηξη που έλαβε χώρα στο διαμέρισμα των Αμπελοκήπων στις 31 Οκτωβρίου του 2024, έπεσε μαχόμενος ο αγωνιστής και σύντροφος Κυριάκος Ξυμητήρης και τραυματίστηκε σοβαρά η συντρόφισσά μας και μέλος της συνέλευσης μας Μαριάννα Μανουρά. Τις πρώτες μέρες το επικοινωνιακό σόου της αντιτρομοκρατικής ρίχνει λάσπη στα πρόσωπα των δυο συντρόφων μας, ενώ ταυτόχρονα ακολουθούνται οι πάγιες τακτικές του κατασταλτικού μηχανισμού για να προφυλακίσουν με σαθρές κατηγορίες άλλα τέσσερα άτομα: την αναρχική συντρόφισσα Δήμητρα Ζαραφέτα, τον σύντροφο Δημήτρη Π., τον αναρχικό σύντροφο Νίκο Ρωμανό και τον Α.Κ.

Σχεδόν ένα χρόνο μετά η ανακριτική διαδικασία δεν έχει κλείσει και τα συντρόφια καλούνται για συμπληρωματική κατάθεση. Η Μαριάννα την Τρίτη 23/09, η Δήμητρα και ο Δημήτρης την Τετάρτη στις 24/09, ενώ ο Νίκος και ο Α.Κ. την Πέμπτη στις 25/09.

Σχεδόν ένα χρόνο μετά η πληγή είναι ακόμα μεγάλη και βαθιά, εμείς όμως στεκόμαστε περήφανα με ψηλά το κεφάλι και σηκωμένη την γροθιά μας , στο πλάι όλων αυτών που πάλεψαν για την κοινωνική απελευθέρωση και για ένα κόσμο που δεν θέλουμε να βλέπουμε μονάχα στα όνειρα μας. Έναν κόσμο που θα μιλάμε με ίσους όρους και αλληλεγγύη, ενάντια σε κάθε μορφή εξουσίας, ενάντια στην περιθωριοποίηση και εξόντωση των αδύναμων και στην καθημερινή εξαθλίωση των ζωών μας, γιατί αναλώσιμες-οι είμαστε γι αυτούς. Για εμάς, αγωνιστές σαν τον Κυριάκο παραμένουν για πάντα στη μνήμη μας και στον δρόμο που χαράζουμε αγωνιζώμενες-οι για αυτό το κοινό όραμα. Στηρίζουμε τα καλέσματα των συγκεντρώσεων: Παρασκευή στις 19/09 στις 19:00 στον Άρειο Πάγο • Τρίτη στις 23/09 στις 08:30 στην Ευελπίδων • Τετάρτη στις 24/9 στις 08:30 στην Ευελπίδων • Πέμπτη στις 25/09 στις 08:30 στην Ευελπίδων

ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΟΝΟΙ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΕΣ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΗΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΣΣΑ ΜΑΣ ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΜΑΝΟΥΡΑ

ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΣΤΑ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΑ, ΔΗΜΗΤΡΗ, ΝΙΚΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΚ

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΞΥΜΗΤΗΡΗΣ ΠΑΝΤΑ ΠΑΡΩΝ

ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ ΡΙΣΚΟ

ανοιχτή συνέλευση για την κρατική δολοφονία του Κώστα Μανιουδάκη | Αθήνα | Χανιά

ΔΕΝ ΞΕΧΝΟΥΜΕ | ΔΕΝ ΣΥΓΧΩΡΟΥΜΕ

   
ΚΑΛΕΣΜΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΟΥ 4ΗΜΕΡΟΥ ΔΡΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ 2 ΧΡΟΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΑΤΙΚΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΜΑΝΙΟΥΔΑΚΗ

Δύο χρόνια μετά την κρατική δολοφονία του Κωστή Μανιουδακη από τους μπάτσους Στέλιο Λιανιδάκη, Μανώλη Γεωργιάδη, Κωνσταντίνα Μόσχου και Σήφη Τσιχλάκη ο αγώνας συνεχίζεται. Οι δολοφόνοι παρότι έχουν ποινική δίωξη για  «ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση από κοινού» συνεχίζουν να εργάζονται κανονικά, να οπλοφορούν και να πραγματοποιούν και άλλους “τυχαίους ελέγχους”. Παράλληλα καταθέτουν μηνύσεις σε μέλη της οικογένειας και αγωνίστριες/ες για συκοφαντική δυσφήμιση, κυκλοφορούν στην πόλη των Χανίων και σβήνουν τα ονόματα τους από αφίσες και συνθήματα σε τοίχους. Ο ανακριτής Δημήτρης Μπαλαγιάννης επί 10 μήνες δεν ολοκλήρωσε την κύρια διαδικασία αφήνοντας τον δικαστικό αγώνα της οικογένειας σε εκκρεμότητα και τους δολοφόνους να σουλατσάρουν ελεύθεροι.

Ο αγώνας μας είναι συνεχής και καθημερινός μέσα από την συνεχή συλλογικοποίηση και οργάνωση, μέχρι την πλήρη διάλυση των θεσμών που καταπιέζουν. Μέχρι να σαπίσει κάθε εξουσία που μας καταστρέφει. Μέχρι να φτάσουμε στην πλήρη ισότητα των ανθρώπων και στην πλήρη ελευθερία, μέχρι την πλήρη εξάλειψη της εκμετάλευσης από άνθρωπο σε άνθρωπο.  Χρειάζεται να αρθρώσουμε λόγο, να πάρουμε θέση, να υπερασπιστούμε τη ζωή, να παλέψουμε για την αξιοπρέπεια και την ελευθερία. Μέχρι να δικαιωθεί και ο τελευταίος νεκρός. Δεν είναι ατυχήματα, είναι κρατικές δολοφονίες και θα μας βρίσκουν μπροστά τους κάθε φορά.

Στηρίζουμε με την παρουσία μας και καλούμε στο 4μερο δράσεων της Ανοιχτής συνέλευσης για την κρατική δολοφονία του Κ. Μανιουδάκη των Χανίων

-Πρόγραμμα 4ημέρου-

Πέμπτη 28 Αυγούστου

[19:30] Μικροφωνική συγκέντρωση στα Δικαστήρια *θα ακολουθήσει πορεία γειτονιάς και BAR οικονομικής ενίσχυσης στην πλατεία της Σπλάντζιας

Παρασκευή 29 Αυγούστου

[19:30] Μικροφωνική συγκέντρωση στο Φράγκικο *θα ακολουθήσει πορεία γειτονιάς

[21:30] Προβολή του ντοκιμαντέρ «Αστυνομική βία και ψυχικό τραύμα» (Χρύσα Λύκου, 2023), Πευκάκια (Νέα Χώρα)

Σάββατο 30 Αυγούστου

[19:30] Κεντρική πορεία για τα δύο χρόνια από την κρατική δολοφονία του Κώστα Μανιουδάκη – συγκέντρωση στο πάρκο Αρκαδίου (Άη Γιάννης)

Κυριακή 31 Αυγούστου

[09:30] Διετές μνημόσυνο στους Αρμένους

 *θα ακολουθήσει συγκέντρωση μνήμης στο σημείο της δολοφονίας του Κωστή, στον επαρχιακό δρόμο Φρε-Βρυσσών στην έξοδο προς τον ΒΟΑΚ, στο ύψος των Βρυσσών

[08:30] Προσυγκέντρωση στην πλατεία Δημοτικής Αγοράς

ΤΑ ΜΠΛΟΚΑ ΤΩΝ ΜΠΑΤΣΩΝ ΕΙΝΑΙ ΜΑΓΙΚΑ ΣΕ ΔΕΝΟΥΝΕ, ΣΕ ΔΕΡΝΟΥΝΕ ΚΑΙ ΠΑΣ ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΑ

ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ – ΔΕΝ ΣΥΓΧΩΡΟΥΜΕ

ΝΙΚΗ ΣΤΟΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΤΟΥ Κ. ΜΑΝΙΟΥΔΑΚΗ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΗ ΣΥΝΤΡΟΦΙΣΣΑ ΜΑΣ ΜΑΡΙΑΝΝΑ Μ. ΚΑΙ ΣΤΑ 4 ΔΙΩΚΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΜΠΕΛΟΚΗΩΝ

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΞΥΜΗΤΗΡΗΣ ΠΑΝΤΑ ΠΑΡΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΜΑΣ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΗ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ

Ανοιχτή συνέλευση για την κρατική δολοφονία του Κωστή Μανιουδάκη | Αθήνα

Εισήγηση της εκδήλωσης «Συγκάλυψη και Δικαιοσύνη», Παρασκεύη 11 Ιουλίου, στο πλαίσιου του διημέρου με τίτλο «Οι κοινωνικοί αγώνες στο προσκήνιο»

ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ

Εκδήλωση: Συγκάλυψη και Δικαιοσύνη

– Η συγκάλυψη ως επιθετική διαχείριση των κρατικών-καπιταλιστικών εγκλημάτων
– Οι κοινωνικοί αγώνες ως διεργασίες διερεύνησης και απόδοσης δικαιοσύνης από τα κάτω

Συμμετέχουν:

  • Ανοιχτές συνελεύσεις για την κρατική δολοφονία του Κ. Μανιουδάκη Χανίων & Αθήνας
  • Αναστάσης Μανιουδάκης
  • Θοδωρής Ελευθεριάδης, γιος της Μαρίας Εγούτ, θύματος στο δυστύχημα των Τεμπών
  • Έφη Δούση και Ελένη Σπαθανά, συνήγοροι υπεράσπισης επιζώντων στην υπόθεση της Πύλου (διαδικτυακά)

Eδώ η εισήγηση σε μορφή .pdf

Στόχος της εκδήλωσης είναι να φέρουμε στο ίδιο τραπέζι διαφορετικές υποθέσεις συγκάλυψης κρατικών εγκλημάτων. Η αφετηρία μας είναι η υπόθεση Μανιουδάκη που τρέχει στην πόλη μας, και έχει λάβει πανελλαδική διάσταση. Μαζί μας θα έχουμε τον Αναστάση Μανιουδάκη, γιο του Κωστή, τον Θοδωρή Ελευθεριάδη, ο οποίος έχασε τη μητέρα του, Μαρία Εγούτ, στο δυστύχημα των Τεμπών, και διαδικτυακά τις δικηγόρους Έφη Δούση και Ελένη Σπαθανά, οι οποίες είναι μέλη της ομάδας νομικής υπεράσπισης που εκπροσωπεί τους επιζώντες του ναυαγίου της Πύλου.

Αναγνωρίζουμε ότι σε όλες τις παραπάνω υποθέσεις οι νομικές εξελίξεις αξίζουν την προσοχή μας, καθώς αντανακλούν συσχετισμούς δύναμης: Από τη μία οι μεθοδεύσεις των από τα πάνω, από θέσεις εξουσίας και ελέγχου, και από την άλλη οι κινήσεις που αποσκοπούν στη δημοσιότητα των γεγονότων, και στην αντίσταση απέναντι στα κρατικά εγκλήματα, που προέρχονται στη συντριπτική πλειοψηφία τους από τα κάτω, από πρωτοβουλίες συγγενών, αλληλέγγυων, συλλογικότητες, συλλόγους και κινήσεις πολιτών μακριά από θέσεις εξουσίας και έξω από θεσμούς.

Από τη δική μας σκοπιά, ως άτομα που «τρέχουν» τον αγώνα ενάντια στη συγκάλυψη της κρατικής δολοφονίας του Κωστή, επιδιώκουμε να ανοίξουμε έναν διάλογο, όπου έχουμε να συνεισφέρουμε την εμπειρία και τα συμπεράσματά μας. Στο ίδιο τραπέζι με τους αγώνες του σήμερα, που μπορεί να «σίγησαν» αλλά δεν έχουν παροπλιστεί, από τα Τέμπη ως την Πύλο. Με το βλέμμα στους αγώνες του αύριο απευθυνόμαστε στον κόσμο που αγωνίζεται, για να φέρουμε και πάλι τους κοινωνικούς αγώνες στο προσκήνιο.

Επιλέγουμε να ξεκινήσουμε με το έγκλημα στα Τέμπη, καθώς συμπυκνώνει αφενός τις πολιτικές υποβάθμισης της καθημερινής ζωής της κοινωνικής βάσης, και αφετέρου την επικοινωνιακή αλαζονεία ενός γιγαντιαίου μηχανισμού συγκάλυψης σε όλα τα επίπεδα της υπόθεσης. Παράλληλα, το επιλέγουμε γιατί αποτελεί ένα έγκλημα που έχει ταρακουνήσει την ελληνική κοινωνία, αποτελώντας σημείο καμπής για την πρόσφατη ιστορία των αντιστάσεων το εσωτερικό της χώρας, με αποκορύφωμα την κάθοδο εκατοντάδων χιλιάδων διαδηλωτών στους δρόμους την 28η Φλεβάρη.

Το έγκλημα στα Τέμπη, λοιπόν, είναι αγνό προϊόν των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που ακολουθεί το ελληνικό κράτος περισσότερο από μια δεκαετία: Πρόκειται για πολιτικές που κατατέθηκαν ως επιτακτικές στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό ήδη από την αυγή της καπιταλιστικής κρίσης το 2008, και τότε βρήκαν απέναντί τους σθεναρές κοινωνικές αντιστάσεις. Πολιτικές που έκριναν προνοιακές παροχές που κατακτήθηκαν μέσα από αγώνες, ιδρώτα και αίμα, ως κοστοβόρες, με στόχο να αποσύρουν το κόστος από το κράτος, και να το μετατοπίσουν κάθετα προς τα κάτω, στην κοινωνική βάση. Πολιτικές που κήρυτταν τη «σοβαρότητα» και την «υπευθυνότητα» της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας, ανάγοντάς τη στη μόνη ικανή να σηκώσει τα βάρη της υλοποίησης και της διατήρησης απαραίτητων δομών για την καθημερινότητά μας, από το πανεπιστήμιο, ως το σιδηρόδρομο και τα νοσοκομεία.

Διόλου τυχαία, μα εντελώς εύστοχα οι πολιτικές αυτές χαρακτηρίστηκαν ως πολιτικές λιτότητας. Αν κάτι είναι προφανές από το 2008 μέχρι σήμερα, είναι πως η καπιταλιστική κρίση δεν μπορεί να ξεπεραστεί από μόνη της, ούτε πρόκειται να επιβαρύνει τις τσέπες των αρχόντων, των κρατικών στελεχών, των εργολάβων και των εφοπλιστών. Με τη σφραγίδα μάλιστα δεξιών και αλλά και μιας «αριστερής» κυβέρνησης. Αντιθέτως, λοιπόν, εδώ και χρόνια, σε παγκόσμια κλίμακα, το καπιταλιστικό σύστημα και οι κρατικοί μηχανισμοί μάς «προειδοποιούν»: Η κρίση θα περάσει από πάνω μας. Το ξεπέρασμά της θα έρθει μέσα από την υποτίμησή μας. Το κόστος θα το σηκώσουν οι αδύναμοι, οι απόκληρες, οι μετανάστες, τα άτομα που δεν έχουν χώρο και προνόμια μέσα στη σύγχρονη κοινωνία, οι καταπιεσμένες και οι εκμεταλλευόμενοι.

Η λιτότητα έρχεται να πατήσει στο ιδεολογικό έδαφος του ατομοκεντρισμού και των διαλυμένων συλλογικών αντανακλαστικών και κοινοτικών σχημάτων. Η ατομική ευθύνη, ως το απόλυτο πρόσταγμα παγκόσμιας υγείας, είναι η ανεστραμμένη όψη της σύγχρονης βαρβαρότητας: Είναι ατομική μας ευθύνη να επιβιώσουμε σε έναν κόσμο που ο πολιτισμός του κέρδους έχει επισκιάσει την ανθρώπινη ζωή, και επεκτείνεται διαρκώς σε νέα πεδία. Επιβίωση κυριολεκτικά και μεταφορικά. «Όποιος δεν προσαρμόζεται, πεθαίνει»· και όποιος δεν πεθαίνει προσαρμόζεται σε μια ζωή που περιστρέφεται γύρω από την εξασφάλιση των απαραίτητων για τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια – μια ζωή σε διαρκή επιφυλακή.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να βάλουμε στην κουβέντα το έγκλημα της Πύλου. Μια σφοδρή δολοφονία εκατοντάδων ανθρώπων, που «έτυχε» να γεννηθούν μακριά από τα προνόμια του δυτικού κόσμου και του λευκού δέρματος.

Και ενώ η «τύχη» μπορεί να ορίζει το πού θα γεννηθεί κανείς, βλέπουμε πως η (αντι)μεταναστευτική πολιτική των κρατικών μηχανισμών, κάθε άλλο παρά τυχαία δεν είναι. Υπάρχουν, μάλιστα, πολύ συγκεκριμένοι λόγοι που οι χιλιάδες απόκληρων που επιχειρούν να περάσουν στα ευρωπαϊκά εδάφη (και όχι μόνο) αντιμετωπίζονται ως εχθρός.

Σε παγκόσμια κλίμακα, δεκαετίες αποικιοκρατίας κρύφτηκαν πίσω από έννοιες όπως «διεθνής καταμερισμός εργασίας» και δίπολα μεταξύ «ανεπτυγμένων» και «αναπτυσσόμενων» κρατών, «πρώτου» και «τρίτου κόσμου», Βορρά και Νότου. Διαφορετικοί όροι για την περιγραφή της ίδιας συνθήκης: Αυτής της σαρωτικής κυριαρχίας και ισοπεδωτικής εκμετάλλευσης των πληθυσμών και του πλούτου «αδύναμων» κρατών από τα ισχυρά (η γενοκτονία της Παλαιστίνης από το κράτος του Ισραήλ αποτελεί το κατεξοχήν παράδειγμα αυτής της συνθήκης, πολύ κοντά μας μάλιστα, εδώ στη γειτονιά της ανατολικής Μεσογείου, και σε χρόνο ενεστώτα). Συνολικά η συνθήκη αυτή, δεν μπορεί να διασφαλιστεί χωρίς μια ισχυρή πολιτική συνόρων, που λειτουργούν ως φυλακή για τους μη προνομιούχους, και ως φράχτης για τους προνομιούχους.

Οι μεταναστευτικές ροές αμφισβητούν στην πράξη τις «χαρακιές στο σώμα του πλανήτη». Η αντιμετώπισή τους από κράτη όπως το ελληνικό, αν και δεν λέγεται ποτέ ρητά, φροντίζει να υπενθυμίζει διαρκώς σε αυτόν τον κόσμο ποια θέση του επιφυλάσσει: Είτε στις αποικίες, στους πολέμους και την ανέχεια της «καπιταλιστικής περιφέρειας», είτε στις γαλέρες και την εξαθλίωση του «καπιταλιστικού κέντρου». Η παρανομοποίηση των μεταναστών, όπως και όλη η ρατσιστική ρητορική περί «αλλοίωσης» των φυλετικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών των δυτικών κοινωνιών διαμορφώνει μια δεξαμενή ανθρώπων, που εγκλωβισμένοι στα αόρατα σύνορα αυτών των κοινωνιών, βρίσκονται με ελάχιστα δικαιώματα, εκτεθειμένοι σε κάθε λογής εκμετάλλευση.

Αν εμείς, ως λευκοί, ως ντόπιες, θεωρούμε πως η παραπάνω συνθήκη δεν μας αφορά, τότε αγνοούμε μια βασική αρχή του κόσμου που ζούμε: Το μέτρο κάθε εκμετάλλευσης αντλείται από τις κατώτερες βαθμίδες της κοινωνίας, και εφαρμόζεται κάθετα προς τα πάνω. Όσο πιο εξαθλιωμένοι και εκτοπισμένοι είναι οι αόρατοι της κοινωνίας, οι μετανάστριες, οι φυλακισμένοι, γενικότερα τα έγκλειστα άτομα, τόσο χειρότερη θα είναι και η δική μας καθημερινότητα, σε κάθε επίπεδο.

Τα Τέμπη και η Πύλος είναι δύο κρατικά εγκλήματα που αντανακλούν την κοινωνική αναδιάρθρωση που συντελείται τα τελευταία χρόνια στην ελληνική επικράτεια. Στο επίκεντρο αυτής της αναδιάρθρωσης βρίσκεται η απαξίωση της ανθρώπινης ζωής, και η υποβάθμιση της καθημερινότητας ντόπιων και μεταναστών.

Σε αυτόν τον μετασχηματισμό, η αστυνομοκρατία, όπως και η αναβάθμιση του ποινικού οπλοστασίου μέσα από τον Νέο Ποινικό Κωδικά και τις τροποποιήσεις του, κατέχουν εξαιρετικά ουσιώδη ρόλο: Σπέρνουν τον φόβο, περιορίζοντας το εύρος των επιλογών των από τα κάτω, κάνοντας τη σιωπή, την παραίτηση και την αποδοχή της υποτίμησής μας να φαντάζουν μονόδρομος.

Ειδικά στην Ελλάδα, η δολοφονική βία της αστυνομίας πλέον προωθείται και επιβραβεύεται από το κράτος. Η συνέχισή της είναι απαραίτητη για την ανεμπόδιστη εφαρμογή των κρατικών πολιτικών και καπιταλιστικών προσταγμάτων, όπως επιφανειακά τα παραθέσαμε παραπάνω. Με αυτό ως δεδομένο, αντιμετωπίζουμε την κρατική δολοφονία του Κώστα Μανιουδάκη ως ένα περιστατικό άρρηκτα συνδεδεμένο με την κοινωνικο-πολιτική συγκυρία μέσα στην οποία διαδραματίστηκε.

Τα Τέμπη, η Πύλος, η κρατική δολοφονία του Κώστα Μανιουδάκη, παντελώς διαφορετικά περιστατικά, αναγνωρίζουμε πως έχουν κοινή ρίζα: Είναι προϊόντα της κοινωνικής αναδιάρθρωσης που επιχειρείται τα τελευταία χρόνια, για την εξασφάλιση της κερδοφορίας των από πάνω, και τη συρρίκνωση της ζωής των από κάτω.

Και ακριβώς επειδή η δημόσια ανάδειξή τους εκθέτει σε βάθος την κρατική πολιτική, η «συγκάλυψή» τους, ως επιθετική στρατηγική διαχείρισής τους εμφανίζεται με πανομοιότυπα μοτίβο – τηρουμένων των αναλογιών.

Όπως όλες οι υποθέσεις συγκάλυψης, έτσι και αυτές που μας απασχολούν, χαρακτηρίζονται:

  • πρωτίστως από επικοινωνιακές εκστρατείες που επιχειρούν να συγκροτήσουν αφηγήματα που διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, και την παρουσιάζουν βάσει των κυρίαρχων συμφερόντων
  • ενέργειες άμεσης επέμβασης και αλλοίωσης του πεδίου όπου διαδραματίστηκαν τα επίμαχα περιστατικά
  • ενέργειες νομικής οχύρωσης και υπεράσπισης των μη αναλώσιμων προσώπων, που εκτέθηκαν στη δημόσια σφαίρα και στον «έλεγχο» της κοινωνίας. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται και όλες οι ενέργειες καθυστέρησης και παρεμπόδισης των ελάχιστων νομικών διαδικασιών που αφορούν τα πρόσωπα αυτά. Ως μη αναλώσιμα πρόσωπα εννοούμε όλα εκείνα τα πρόσωπα των οποίων η ζωή «αξιολογείται» ως σημαντικότερη συγκριτικά με τις αναλώσιμες ζωές των από τα κάτω. Αναφερόμαστε σε αξιωματούχους και υπαλλήλους από την πλευρά του κρατικού μηχανισμού (υπουργούς, βουλευτές, δημοτικούς άρχοντες, αστυνομικούς, λιμενικούς κ.λπ.), όπως και στους συνεργάτες τους (επιχειρηματίες, εφοπλιστές κ.ο.κ.).

Με την συγκάλυψη των εγκλημάτων αυτών δεν επιχειρείται απλά η απόκρυψη των ευθυνών κάποιων φυσικών προσώπων. Σαφώς συμβαίνει και αυτό. Ακόμα, δεν πρόκειται απλά για μια απόφαση με πρακτικό αντίκρισμα, ούτε για έναν λανθασμένο επιχειρησιακό χειρισμό ανθρώπων που κατέχουν εξουσία, σε μια στιγμή έκτακτων γεγονότων. Αν ήταν έτσι, η αποκάλυψη της αλήθειας θα ήταν αρκετή για να ανατρέψει την κατάσταση. Όμως εδώ η συγκάλυψη δεν πολεμάει την αλήθεια, αλλά τη φωνή, το ανάστημα και τον αγώνα της κοινωνίας. Ίσα ίσα που χρειάζεται την αλήθεια σε λανθάνουσα κατάσταση: Καθένας να γνωρίζει ή να υποψιάζεται τι έχει συμβεί, αλλά να μην τολμά να γυρέψει δίκιο. Κάπως έτσι, αυτό που αποκαλείται συγκάλυψη, αποτελεί στην ουσία μια επιθετική αναδιατύπωση της πραγματικότητας, με πρωταρχικό σκοπό την επίδειξη της υπεροχής των κυρίαρχων, και τη διατήρηση της ολοκληρωτικής επίθεσης στην καθημερινότητα των από κάτω.

Επιστρέφοντας στην υπόθεση των Τεμπών, ο κύκλος αγώνα που άνοιξε στις 26 Γενάρη, μετά τις μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις, έδειξε πως ακόμα και 2 χρόνια μετά το έγκλημα, ο αγώνας δεν έχει χάσει την επαφή του με τον Δρόμο. Μάλιστα, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως η επιστροφή των Τεμπών στο κοινωνικό προσκήνιο με αυτόν τον τρόπο, πάγωσε μεμιάς το κρατικό επιτελείο, οδηγώντας το σε αναδίπλωση. Η συγκάλυψη του εγκλήματος, μια διαρκής μέχρι τότε διαδικασία, πάγωσε. Και χρειάστηκε αρκετός καιρός μετά τις ακόμα μεγαλύτερες κινητοποιήσεις της 28ης Φλεβάρη, ώστε η ελληνική κυβέρνηση να κρίνει ότι ο κύκλος αυτός έκλεισε –δυστυχώς αναίμακτα– για να προχωρήσει σε μεγαλύτερο βάθος και με πιο λεπτά εργαλεία τη συγκάλυψη του εγκλήματος.

Το κράτος απευθύνεται στην κοινωνία μέσα από τα τηλεοπτικά πάνελ και τις ειδήσεις, και επιδιώκει με διάφορα εργαλεία να πείσει την κοινωνική βάση πως τα δικά του συμφέροντα είναι και δικά της.Όταν το κράτος διαφημίζει τα κατορθώματα του μισθοφορικού στρατού του, της αστυνομίας δηλαδή, σημαίνει πως βρίσκεται ήδη στην επίθεση. Υπό αυτό το πρίσμα, η επανεμφάνιση της «αστυνομικής ρητορικής» και της καταστολής στην κεντρική πολιτική σκηνή κάπου στις αρχές του Μάη δεν ήταν τυχαία. Το επικοινωνιακά σόου καταστολής καταλήψεων, η λασπολογία γύρω από το πανεπιστημιακό άσυλο και η καταπάτησή του (με αφορμή μικροσυμπλοκή στη Νομική), όπως και η εμφατική αστυνομοκρατία στον δημόσιο χώρο (με πρόφαση τις συγκρούσεις στο περιθώριο συναυλίας αλληλεγγύης με την Παλαιστίνη στα Εξάρχεια) αποτέλεσαν δείκτες ότι η επίθεση στην κοινωνία συνεχίζεται και βαθαίνει. Αποτέλεσαν δείκτες ότι ο πρόσφατος κύκλος αγώνα για τα Τέμπη «έπιασε» ένα όριό του. Και είναι βέβαιο πως αυτό το όριο το έπιασε γιατί αποσύρθηκε από τον Δρόμο – προσωρινά, μέχρι την επόμενη κάθοδό του.

Αν κάτι έδειξε ο βραχύβιος κύκλος αντιστάσεων που ξεκίνησε στις 26 Γενάρη είναι πως μόνο οι κοινωνικοί αγώνες μπορούν να εδραιώσουν την αλήθεια, και να αποδώσουν δικαιοσύνη. Είναι πιο ξεκάθαρο από ποτέ πως ο Δρόμος είναι ο μόνος δρόμος. Για την αλήθεια, την αξιοπρέπεια, τη δικαιοσύνη. Εδώ και τώρα!

ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ

Δικαιοσύνη είναι η αντίσταση. Δικαιοσύνη είναι ο αγώνας. Οι δύο αυτές φράσεις έχουν καθιερωθεί μέσα στον λόγο της συνέλευσης, αφήνοντας ανοιχτό ένα ερώτημα: Τι καλούμαστε να κάνουμε για να φτιάξουμε έναν πιο δίκαιο κόσμο; Μια πρόχειρη απάντηση είναι να κερδίσουμε έδαφος, και πάνω σε αυτό να χτίσουμε, ή τουλάχιστον να πειραματιστούμε. Ο δικός μας αγώνας εκκινεί από μια άρνηση: Την άρνηση του κόσμου όπως τον περιγράψαμε ως εδώ. Είναι αγώνας που δίνει απαντήσεις και βάζει αναχώματα, και αυτά θα μας απασχολήσουν εδώ.

Είναι αγώνας για τη δική μας αλήθεια. Αγώνας που ασκεί πίεση στους μηχανισμούς εξουσίας, καταδεικνύοντας τη συγκάλυψη. Αγώνας για τη μνήμη, και την αποκατάσταση του τραύματος.

Η μνήμη και το πένθος, όπως και η κοινωνική και νομική πίεση στις αρχές, αποτελούν συμπληρωματικές όψεις των αντιστάσεων και των αγώνων μας, και τα συναντάμε και στα εγκλήματα με τα οποία ασχολούμαστε σήμερα. Επιλέγουμε να σταθούμε λίγο παραπάνω σε αυτά, ως διαστάσεις των κοινωνικών αγώνων στις οποίες συχνά δεν δίνουμε τόσο χώρο, άλλοτε επειδή αποτυγχάνουμε να αναγνωρίσουμε την αξία τους, και άλλοτε επειδή οι εξελίξεις είναι τόσο καταιγιστικές, και η ανάγκη να δώσουμε έγκαιρες και αξιοπρεπείς απαντήσεις επισκιάζει άλλες πτυχές των συλλογικών διεργασιών.

*

Η Μνήμη ως Πράξη Αντίστασης

Η μνήμη δεν είναι μία απλή αποθήκη γεγονότων. Είναι δράση. Έχει παρελθόν, παρόν και μέλλον. Εκτός από μια απλή αναδρομή προς τα πίσω, αποτελεί ένα ακόμα πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κοινωνία και την εξουσία: Από τη μία, η κοινωνική απαίτηση για δικαιοσύνη και αλήθεια· από την άλλη, η προσπάθεια να «ξεχαστούν» το γεγονότα, να απονευρωθεί το νόημά τους, και η ιστορία να γραφτεί όπως βολεύει τους από τα πάνω. Κάθε δράση, λοιπόν, που στοχεύει στη διατήρηση της αλήθειας απέναντι στην αφήγηση της εξουσίας, είναι πράξη αντίστασης, είναι πράξη ελευθερίας. Δεν είναι απλή αναπόληση, μα διεκδίκηση. Η μνήμη, όπως και η λήθη, είναι κάθε άλλο παρά ουδέτερες διεργασίες

Αντίστοιχα, είναι πολλά παραπάνω από προσωπικές υποθέσεις: Αν και να σκεφτόμαστε ότι η μνήμη αφορά τη βιωματική ή προσωπική αποτύπωση γεγονότων και τραυμάτων, δεν είναι αποκλειστικά ατομικό βίωμα, αλλά κατασκευάζεται συλλογικά. Και αυτό διότι οι προσωπικές μας αναμνήσεις (μετα)σχηματίζονται και νοηματοδοτούνται μέσα σε μικρότερα ή μεγαλύτερα συλλογικά σχήματα της κοινωνίας. Η συλλογική μνήμη συγκροτείται στο κοινωνικό πεδίο, διαμορφώνεται μέσα από τους αγώνες, τη δημόσια αφήγηση και τις συλλογικές πρακτικές. Δεν αποτελεί μηχανική συνάρτηση ατομικών μνημών, αλλά κοινωνικό προϊόν, συχνά σε ευθεία σύγκρουση με τους μηχανισμούς εξουσίας.

Ο έλεγχος της κοινωνίας είναι δομικό σημείο της εξουσίας. Η λήθη αποτελεί μηχανισμό ελέγχου της μνήμης. Η λήθη επιστρατεύεται, όχι ως φυσική φθορά του χρόνου, αλλά ως μεθοδευμένη, κατασταλτική στρατηγική. «Επιλέγει» τι θα μείνει και τι θα διαγραφεί, αποτελώντας τη δεύτερη πράξη του εγκλήματος: Προκύπτει από μεθοδευμένες ενέργειες του κράτους ώστε να μην υπάρξει «μνήμη», να μην υπάρξει “ένοχος” ή να μην είναι το κράτος ο ένοχος, να συνεχίσει η ζωή σαν να μην έγινε τίποτα, να μην ταραχτούν τα λιμνάζοντα νερά του εφησυχασμού. Η ευθύνη υποβαθμίζεται, το τραύμα απομακρύνεται από τη δημόσια σφαίρα, ώστε να «κλείσουν» γρήγορα οι πληγές, να χαθούν πίσω από αναφορές σε «ανθρώπινη τραγωδία/μεμονωμένο λάθος/ατύχημα/κακιά στιγμή»· πίσω από «ατομικές υποθέσεις που δεν αφορούν την κοινωνία». Και όταν η συλλογική μνήμη διαγράφεται, οι αγώνες χάνουν τα κοινωνικά ριζώματά τους, και οι αντιστάσεις του μέλλοντος, φτωχότερες, χάνουν σημαντικά σημεία σύνδεσης με το παρελθόν. Η σύνδεση με το παρελθόν εξυπηρετεί ως εφαλτήριο για πληρέστερες αναλύσεις, δράσεις, ρήξεις με τον πολιτισμό της εκμετάλλευσης στο παρόν.

Η λήθη, λοιπόν, αν και φαινομενικά ουδέτερη ή «θεραπευτική», αποτελεί συχνά ένα εργαλείο εξουσιαστικής επιβολής. Η εξουσία επιδιώκει να ελέγχει το παρόν και το μέλλον, μέσα από τη διαμόρφωση (της ανάμνησης) του παρελθόντος. Κάθε φορά που το κράτος μιλά για «επανεκκίνηση», «βελτίωση», «συγχώρεση», στην πραγματικότητα μας καλεί να ξεχάσουμε. Η επανεκκίνηση του τρένου, για παράδειγμα, οι δημόσιες συγγνώμες χωρίς ουσία, οι αποσπασματικές διώξεις, δεν είναι τίποτα άλλο από μια πολιτική του «να τελειώνουμε». Η λήθη, έτσι, εκτός από «θεραπεία», παρουσιάζεται και ως προϋπόθεση ειρήνης, από τους ίδιους που έχουν κηρύξει τον πόλεμο στην κοινωνία.

Η συλλογική μνήμη δεν είναι ένα εργαλείο απλής ιστορικής αναδρομής, δεν ενδιαφέρεται μόνο για την καταγραφή του παρελθόντος, αλλάπρωτίστως αποτελεί διεκδίκηση: Να κατονομάσουμε την αδικία, να αναδείξουμε τους υπεύθυνους, να καταγραφεί στη δημόσια σφαίρα η δική μας αφήγηση, να διαταράξουμε την «κανονικότητα». Η «κανονικότητα», άλλωστε, είναι αυτή που οδήγησε στον θάνατο. Το να θυμάσαι, σε μια κοινωνία που καλείται να ξεχάσει, είναι αντίσταση. Άνθρωποι, συλλογικότητες, κοινότητες γίνονται ζωντανοί φορείς της ιστορίας. Η συλλογική μνήμη είναι αυτή που κρατά το γεγονός ενεργό, πολιτικό και επίμονο. Η μνήμη ζει στους δρόμους, στις φωνές των διαδηλώσεων, στα πανό, τις αφίσες, τα κείμενα, τις μαντινάδες, που αρνούνται να επιτρέψουν να πέσει «σιγή» επάνω στους νεκρούς. Οι πορείες, τα συνθήματα, οι καταλήψεις δεν είναι απλώς εκδηλώσεις πένθους, αλλά πράξεις κοινωνικής ανάκτησης του νοήματος.

Η μνήμη και το συλλογικό πένθος είναι αλληλένδετες διαδικασίες. Το πένθος, όταν μετατρέπεται από ατομική σιωπή σε συλλογική διαδικασία, λειτουργεί ως αφετηρία της συλλογικής μνήμης. Το συλλογικό πένθος ονοματίζει την απώλεια, κατονομάζει τους ενόχους και μετασχηματίζει τη θλίψη σε κοινωνική οργή και διεκδίκηση. Η συλλογική μνήμη, σε αυτή τη βάση, συνιστά το θεμέλιο για την αξίωση δικαιοσύνης. Με άλλα λόγια, η συλλογική μνήμη είναι αυτή που δημιουργεί τη συνέχεια ανάμεσα στον θάνατο και τη ζωή. Μετατρέπει την απώλεια σε συλλογικό τραύμα που ζητά λόγο, δικαιοσύνη και πράξη. Είναι φορτισμένη με αντιστάσεις και με την υπόσχεση πως δεν θα επιτρέψουμε να επαναληφθεί το έγκλημα. Το «να μην ξεχαστεί» δεν είναι απλώς σύνθημα, είναι θέση μάχης.

Η ειρήνη χωρίς μνήμη είναι συνενοχή.

Η ζωή χωρίς μνήμη είναι μια φαιδρή επανάληψη του θανάτου.

*

Και επιτέλους, να μετατρέψουμε το τραύμα σε ουλή

«Το Kintsugi είναι μία ιαπωνική τέχνη για τη θεραπεία σπασμένων κεραμικών και αντικειμένων· αυτή τη λέξη χρησιμοποιούν: θεραπεία. Αντί να κολλήσει τα κομμάτια πίσω με έναν τρόπο που κρύβει τις ρωγμές, το Kintsugi κάνει τις ρωγμές ακόμα πιο ορατές, γεμίζοντάς τες με κόλλα αναμειγμένη με κονιορτοποιημένο χρυσό. Σύμφωνα με το Kintsugi, η ρωγμή είναι σημαντική στην ιστορία του αντικειμένου. Όσα κομμάτια μας έσπασαν, μαζί με την τζαμαρία της Γλάδστωνος, γεμίζουμε με γκλίτερ. Ίσως και να είναι αυτή η κουήρ τέχνη ενάντια στη βία της ετεροπατριαρχίας, της κανονικότητας, των συνόρων, της δολοφονίας. Δεν κρύβουμε τις ρωγμές, δεν αποποιούμαστε τις ευαλωτότητές μας, δεν σταματάμε να μιλάμε για τη Zackie.»

~Μυρτώ Τσιλιμπουνίδη
Η πολιτική του γκλίτερ: ακόμα ένα κείμενο για τον Ζακ/τη Zackie

Αντιλαμβανόμαστε την απώλεια ως βαθιά πληγή που -μέσα σε όλα τα άλλα- μας υπενθυμίζει πως είμαστε ευάλωτες, πως είμαστε αναλώσιμοι. Η ευθραυστότητα αυτή της ύπαρξής μας μπορεί να διαχυθεί ως «τραύμα» σε περισσότερα από ένα «σώματα». Στις κρατικές δολοφονίες το ζήτημα της απώλειας έχει ένα πιο ειδικό βάρος: Μιλάμε για μία απώλεια που οφείλεται σε συσχετισμούς δύναμης, μία ευαλωτότητα που μας έχει επιβληθεί από τους από τα πάνω. Ούτε την έχουμε επιλέξει, ούτε έχουμε προετοιμαστεί για αυτή. Και μας είναι καθαρό πως τη βιώνουμε τουλάχιστον ως άδικη.

Το πένθος, που διαδέχεται την απώλεια, είναι ένα κράμα καταστάσεων και συναισθημάτων στα οποία «εκτεθήκαμε», αναγνωρίσαμε και αντιμετωπίσαμε συλλογικά σαν «σώμα» με αφορμή την κρατική δολοφονία του Κωστή. Αυτή η «έκθεση» στο πένθος της οικογένειας ήρθε με φυσικό τρόπο από το άνοιγμα του Αναστάση και την παρουσία του στη διαδικασία της συνέλευσης. Έτσι, το πένθος κατάφερε να διαχυθεί στο συλλογικό σώμα και αυτό ανέλαβε να το κοινωνικοποιήσει. Δεν σημαίνει πως όλα τα άτομα νιώθουμε το ίδιο ακριβώς συναίσθημα, στον ίδιο βαθμό ή τον ίδιο χρόνο. Το πένθος άλλωστε δεν βιώνεται με τον ίδιο τρόπο από όλα μας. Αυτό που συμβαίνει είναι πως συν-βιώνουμε μία κατάσταση, «την κάνουμε δική μας».

Όσο προσπαθούμε να διατυπώσουμε ή να προσδιορίσουμε -από κοινού και με ακρίβεια- αυτή τη συν-βίωση του συλλογικού πένθους, τόσο οι συζητήσεις μας καταλήγουν σε φαινομενικά αταίριαστα, φαινομενικά «αντίπαλα» σημεία: Από τη μία νιώθουμε πως είναι ένα συναίσθημα πολύ βαρύ που ενέχει ένα ασήκωτο φορτίο, και -σαν αποτέλεσμα της απώλειας- συνοδεύεται από σιωπή και μοναξιά˙ συναισθήματα που σε «παγώνουν» και σε ακινητοποιούν. Προσθέτοντας όμως στην «απώλεια» το αίσθημα της «αδικίας», αναγνωρίσαμε πως, ταυτόχρονα με τα παραπάνω, βιώνουμε και συναισθήματα που βρίσκονται σε «κίνηση». Σαν κάτι μέσα μας να μην μπορεί να ησυχάσει, να ασφυκτιά και να ψάχνει τον δρόμο και τον τρόπο να εκφραστεί.

Αυτό που σιωπά και αυτό που δεν μπορεί να ησυχάσει πιστεύουμε ότι τα γεφυρώνει το «συλλογικό». Καθόλου τυχαία, λοιπόν, αυτές οι διεργασίες έλαβαν τον χώρο και τη βαρύτητα που τους αναλογεί μέσα σε μία διαδικασία συλλογική, οριζόντια, ανοιχτή και με διάρκεια. Μία διαδικασία, δηλαδή, που εξ ορισμού αρνείται την ιεραρχία, τη στιγμή που αγκαλιάζει τη διαφορετικότητα. Και ακριβώς επειδή -ως ανοιχτή διαδικασία- αποτελεί σημείο συνάντησης διαφορετικών οπτικών, έχει τη δυναμική πρώτα απ’ όλα να φανταστεί και στη συνέχεια να δώσει έναν πολυδιάστατο πολιτικό αγώνα.

Για να καταλάβουμε το συλλογικό πένθος ως εργαλείο αγώνα και αντίστασης, χρειάζεται να αναρωτηθούμε για τον τρόπο με τον οποίο «είθισται» να πενθούμε τους ανθρώπους (που νιώθουμε δικούς) μας: είτε πίσω από κλειστές πόρτες είτε μέσα σε εκκλησίες, πάντως σίγουρα μακριά από τον δημόσιο χώρο. Να γίνουμε αόρατες, να θρηνούμε βουβά. Όχι δημόσια κλάματα, όχι ξεσπάσματα. «Τριήμερο εθνικό πένθος». Μνημόσυνα και φωτογραφίες στον τοίχο. Αυτοσυγκράτηση και γρήγορη «ανάρρωση». Μελαγχολία και αποδοχή. Αποδοχή της απώλειας σαν κάτι που συνέβη στο παρελθόν και δεν βρίσκει καμία θέση στο παρόν ή το μέλλον. Αποδοχή ότι μας ενώνει περισσότερο ο θάνατος παρά η ζωή. Σαν μήτε η ζωή μήτε και ο θάνατος να μας ανήκουν. Ματαίωση.

Αυτές είναι οι νόρμες του κυρίαρχου αφηγήματος. Ένα πλαίσιο κανόνων και συμπεριφορών που αναπαράγει ανθρώπους αόρατους, απομονωμένους, με απενεργοποιημένες τις αισθήσεις ή έστω σε «λανθάνουσα κατάσταση». Τελικά, απαθείς. Ώστε να μπορεί «να ριζώσει ο φόβος, και να μην αφεθεί άλλη επιλογή στους από τα κάτω, πέρα από τη σιωπή, την παραίτηση και την αποδοχή της υποτίμησής τους».

Ο αγώνας ενάντια στη συγκάλυψη της κρατικής δολοφονίας του Κωστή ανέδειξε πως η συλλογικοποίηση του πένθους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάλυση και τη θέση ενάντια στις κρατικές δολοφονίες. Όταν βρίσκονται σε διαλεκτική παράγουν μια τέτοια δυναμική, έναν συνολικό και πλήρη αγώνα που διεκδικεί στην πράξη τη σύγκρουση ακόμα και τη ρήξη με το κυρίαρχο καθεστώς.

Μια τέτοια δυναμική μπορεί να μοιράσει το φορτίο της απώλειας και του τραύματος έξω από τα στενά όρια της οικογένειας, και τελικά να το αλαφρύνει. Να δημιουργήσει στενούς δεσμούς, συντροφικούς και διαπροσωπικούς, ικανούς να γεφυρώσουν το κενό που αφήνει η μοναχική διαχείριση της απώλειας. Κι έτσι, να εναντιωθεί έμπρακτα στις πατροπαράδοτες συνήθειες που μας υποδεικνύουν το πένθος σαν μία ατομική δοκιμασία.

Μπορεί να αναζητήσει το δίκαιο έξω από την ασάφεια των φιλοσοφικών, ηθικολογικών ή θεολογικών συζητήσεων. Μπορεί να το διεκδικήσει ακόμα και έξω από τη «μόνη» σαφή επιλογή του απονευρωμένου νομοθετικού πλαισίου της αστικής δικαιοσύνης. Να μην εσωτερικεύει την οργή, αλλά να της δίνει φωνή και δρόμους για να εκφραστεί. Να κάνει το πένθος μας οργή.

Μπορεί να φανταστεί και να περιγράψει έναν κόσμο χωρίς καταπιεστές και καταπιεσμένα. Να επιμένει στις κινήσεις εκείνες που μπορούν να τον διεκδικήσουν.

Μπορεί να θέσει σε κίνηση τη μνήμη κάνοντάς τη συλλογική υπόθεση που, παραμένοντας ζωντανή, βρίσκεται σε ανοιχτό διάλογο με το παρελθόν και το μέλλον.

Μπορεί να μετουσιώνει τον θρήνο, την αγανάκτηση και τη μελαγχολία όχι σε ματαίωση, αλλά σε συνέπεια, εγρήγορση, ετοιμότητα, αποφασιστικότητα και επιμονή. Να ενεργοποιήσει την ευθύνη και τη διαθεσιμότητα.

Είναι η δυναμική εκείνη που μπορεί να βάλει ανάχωμα στη βία της σιωπής, της απομόνωσης και της παθητικής αποδοχής.

Να προτάξει την πολιτική της αντίστασης απέναντι στην πολιτική της βίας και του φόβου.

Και επιτέλους, να μετατρέψουμε το τραύμα σε ουλή.

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

Ανοιχτή συνέλευση για την κρατική δολοφονία του Κώστα Μανιουδάκη
anoixti_kmanioudakis_xania@espiv.net
anoixti4kmanioudakis.noblogs.org

[Αναδημοσίευση] Δικαιοσύνη για τον Κώστα Μανιουδάκη

Αφίσα που κολλιέται στην πάτρα από την πρωτοβουλία ενάντια στην κρατική επιθετικότητα και ατιμωρησία (δικαιοσύνη για τον Κώστα Μανιουδάκη)

Είναι κοινός τόπος σε όποιον έχει μια ελάχιστη γνώση της υπόθεσης, ότι την 1η Σεπτέμβρη του 2023 τον Κώστα Μανιοθδάκη τον δολοφόνησαν οι μπάτσοι των ΤΑΕ Σούδας στα Χανιά.

Παρ’ όλες τις μεθοδευμένες προσπάθειες συγκάλυψης από τις αστυνομικές αρχές και τα μίντια, 4 μήνες μετά τη δολοφονία του, το ιατροδικαστικό πόρισμα ουσιαστικά επιβεβαίωσε ότι δεν έπεσε και τσακίστηκε μόνος του, όπως υποστηρίζουν οι μπάτσοι-δολοφόνοι, αλλά ότι το πλήθος των τραυμάτων στο κεφάλι του προήλθε από θλων όργανο (τουτέστιν είτε γκλομπ είτε μπουνιές είτε κλωτσιές).

Παρ’ όλο που από τον αύγουστο του 2024 ο εισαγγελέας έχει ασκήσει ποινική δίωξη στους 4 μπάτσους-δολοφόνους με τη βαρύτατη κατηγορία της «ανθρωποκτονίας από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο από κοινού και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση», ο αρμόδιος ανακριτής σχεδόν έναν χρόνο μετά δεν έχει ολοκληρώσει την κύρια ανάκριση. Κάπως έτσι οι μπάτσοι-δολοφόνοι συνεχίζουν να υπηρετούν κανονικά στο πόστο τους. Όπως και οι μπάτσοι-δολοφόνοι του Ζακ Κωστόπουλου/Zackie Oh, του Βασίλη Μάγγου ή των ρομά Νίκου Σαμπάνη, Κώστα Φραγκούλη και Χρήστου Μιχαλόπουλου.

Παράλληλα οι μπάτσοι-δολοφόνοι του Κώστα Μανιουδάκη σκίζουν συστηματικά μαζί με άλλους μπάτσους στα χανιά τις αφίσες της εκεί συνέλευσης που παλεύει ενάντια στη συγκάλυψη και αυτής της κρατικής δολοφονίας, και παράλληλα ασκούν διώξεις για συκοφαντική δυσφήμηση σε μέλη της συνέλευσης (και στον γιο του Μανιουδάκη) επειδή δημοσιέυτηκαν τα ονόματά τους. Κάτι που αποτελεί και τη μόνη επίπτωση που έχουν βιώσει ως τώρα οι μπάτσοι-δολοφόνοι.

Εμείς από τη μεριά μας στηρίζουμε το αίτημα της οικογένειας Μανιουδάκη να επισπευστεί η κύρια ανάκριση, και θεωρούμε ότι αυτή η υπόθεση αφορά όλους όσους κατανοούμε ότι η γενικευμένη ατιμωρησία των μπάτσων τούς λυνει ακόμα περισσότερο τα χέρια. Και σ’ αυτήν την ατιμωρησία δεν βλέπουμε καμία δυσλειτουργία μιας κατά τ’ άλλα ανεξάρτητης δικαιοσύνης, αλλά βλέπουμε μια δομική λειτουργία του κράτους,, που όλο και πιο συχνά κάνει επίδειξη των φονικών του δυνατοτήτων σε όλο και περισσότερα κοινωνικά κομμάτια.

[Αναδημοσίευση] Ψήφισμα προς συλλόγους, σωματεία, συλλογικότητες για την υπόθεση βασανισμού του Βασίλη Μάγγου

Ψήφισμα προς συλλόγους, σωματεία, συλλογικότητες

Να καταδικαστούν όλοι οι αστυνομικοί, βασανιστές του Βασίλη Μάγγου

Στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Καρδίτσας, στις 5 Ιουνίου 2025, ξεκινά η δίκη των έξι αστυνομικών που χτύπησαν και βασάνισαν το Βασίλη Μάγγο πέντε χρόνια πριν, στις 14/06/2020. Το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου τους παραπέμπει για τις αξιόποινες πράξεις α) των βασανιστηρίων κατά συναυτουργία β) της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συναυτουργία γ) της έκθεσης κατά συναυτουργία δ) της παράνομης κατακράτησης κατά συναυτουργία..”. Το βούλευμα παρατείνει τους περιοριστικούς όρους δλδ. χρηματικό πρόστιμο και απαγόρευση εξόδου από τη χώρα για όλους τους κατηγορούμενους.

Τον Φεβρουάριο 2025, τρεις εξ αυτών (Ι.Σκρίμπας, Θ. Μπακογιάννης, Σ. Μπαλαμώτης) καταδικάστηκαν από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Βόλου με δύο χρόνια φυλάκιση (ποινή εφέσιμη) για τα χτυπήματα που κατάφεραν στο Βασίλη έξω από τα Δικαστήρια Βόλου το μεσημέρι στις 14/06/2020. Η δικογραφία στην οποία στηρίχτηκε αυτή η δίκη, είχε σκοπό να περιορίσει τους κατηγορούμενους αλλά και το βαθμό των αδικημάτων που αυτοί διέπραξαν. Πέντε χρόνια μετά το θάνατο του Βασίλη, οι κατηγορίες τώρα αφορούν συνολικά το γεγονός του ξυλοδαρμού και βασανισμού του: έξω από τα δικαστήρια, μέσα στο αυτοκίνητο μεταφοράς κατά την προσαγωγή του και εντός της Αστυνομικής Διεύθυνσης Μαγνησίας.

Η πρωτόδικη απόφαση αλλά και η παραπομπή τελικά όλων των αστυνομικών στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καρδίτσας, είναι μια πρώτη νίκη ολόκληρου του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος. Είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις που αστυνομικοί παραπέμπονται σε δικαστήριο με την κατηγορία των βασανιστηρίων, όταν η αποκαλούμενη “μπλε σιωπή” φροντίζει τη συγκάλυψη των παράνομων πράξεων τους και οι διενεργούμενες ΕΔΕ απαλλάσσουν τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς με τη βούλα του Υπουργείου “Προστασίας” του Πολίτη.

Η δίκη στο Κακουργιοδικείο δεν γίνεται με καλύτερες προϋποθέσεις από τη δίκη που ήδη διεξήχθη στο Πρωτοδικείο του Βόλου: η πολιτική αγωγή της οικογένειας του Βασίλη για την υποστήριξη της κατηγορίας έχει αποβληθεί, δεν υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης στη δικογραφία και παραμένει άγνωστο αν θα κληθούν αυτόπτες μάρτυρες όπως έγινε στο Πλημμελειοδικείο και ειδικότερα εκείνοι που τον βρήκαν πεταγμένο και σε οικτρή κατάσταση έξω από την Αστυνομική Διεύθυνση Μαγνησίας το απόγευμα της 14/6/2020.

Η δίκη έχει εξαιρετική σημασία, είναι ένα πολιτικό και κοινωνικό γεγονός ενάντια στην αστυνομική αυθαιρεσία και βαρβαρότητα που συναντάμε σε κάθε διεκδικητική κινητοποίηση, είτε αφορά αγώνες ενάντια στη διαρκή υποβάθμιση της ζωής μας όπως έγινε τον Ιούνη 2020 στην πορεία κατά της καύσης σκουπιδιών από την πολυεθνική ΑΓΕΤ-LAFARGE, είτε στις εργατικές απεργίες και διεκδικήσεις της νεολαίας για αξιοπρεπή ζωή, για δουλειά, υγεία, παιδεία.

Η καταδίκη των αστυνομικών θα είναι μια καταδίκη ενός συστήματος που δολοφονεί και συγκαλύπτει. Η αστική καταστολή, η βία και τα βασανιστήρια, οι χρυσαυγίτες ναζιστές που δουλεύουν χέρι – χέρι με τις δυνάμεις καταστολής ήταν και παραμένουν το μοτίβο στην εποχή της μεγάλης αναταραχής, της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, της ελληνικής χρεοκοπίας και του φόβου για ένα νέο επαναστατικό Δεκέμβρη.

Είναι η στιγμή που οι δρόμοι πρέπει να φωνάξουν δικαιοσύνη, με κάθε τρόπο και μέσο. Είναι η στιγμή που δεν αρκεί να γνωρίζουμε την αλήθεια. Πρέπει να τη βροντοφωνάξουμε παντού, να την ακούσουν όλοι, να εισβάλει στις αίθουσες των αστικών δικαστηρίων ως λαϊκή – κοινωνική απαίτηση και ανάγκη.

Το μαχόμενο εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα μπορεί να νικήσει τη βαρβαρότητα ενός συστήματος που αναπαράγει σε διευρυμένη κλίματα τα κέρδη και ταυτόχρονα τη φτώχεια και την καταστολή.

Να νικήσουμε!

Συντονισμός Συλλογικοτήτων Βόλου Ενάντια στη Καύση Σκουπιδιών

[Βόλος] Παραπομπή αστυνομικών στο μικτό ορκωτό δικαστήριο για βασανιστήρια σε βαθμό κακουργήματος εις βάρος του Βασίλειου Μάγγου

Στις 03/04/2025, με δημόσια ανακοίνωσή του ο Γιάννης Μάγγος, πατέρας του δολοφονημένου από την αστυνομία, Βασίλειου Μάγγου, κοινοποίησε πως:

«Οι αστυνομικοί της ΟΠΚΕ Βόλου, Σκρίμπας Ιωάννης, Μπακογιάννης Θεοφάνης, Μπαλαμώτης Στυλιανός, αυτοί που καταδικάστηκαν ήδη για επικίνδυνη σωματική βλάβη εις βάρος του Βασίλειου Μάγγου, καθώς και άλλοι τρεις (δύο της υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Βόλου και ένας της ΟΠΚΕ) παραπέμπονται για βασανιστήρια εις βάρος του Βασίλειου Μάγγου, σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών. Λεπτομέρειες δεν είναι ακόμα γνωστές».

ΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ ΕΧΟΥΝ ΟΝΟΜΑΤΑ
ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΔΟΛΟΦΟΝΕΙ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ